Ο σιδηρόδρομος έχει διαδραματίσει έναν πολύ σημαντικό ρόλο σε όλη τη Θεσσαλία και όχι μόνο στη Λάρισα. Οι πόλεις που βρισκόταν παράλληλα με το σιδηροδρομικό δίκτυο που μετέφερε επιβάτες μα και εμπόρευμα για όλη την Ελλάδα, αναπτύχθηκαν με διαφορετικούς ρυθμούς. Τέτοιου είδους ανάπτυξη γνώρισε σε μεγάλο βαθμό και η Λάρισα.
Γύρω από την πόλη υπάρχουν αρκετοί σταθμοί τόσο στην κεντρική γραμμή Αθηνών – Θεσσαλονίκης όσο και προς Βόλο. Κάθε χωριό είχε και το δικό του σταθμό σχεδόν, που εξυπηρετούσε τις ανάγκες των κατοίκων αλλά και των αγροτών.
Η Larissanet βρέθηκε σ ένα σταθμό που πλέον είναι «φάντασμα» και ζει μόνο μέσα από τις αναμνήσεις μιας άλλης εποχής. Ο σταθμός στο χωριό του Κραννώνα στέκει χωρίς μηχανικούς και επιβάτες.
Το κεντρικό κτίσμα μαζί με τις γειτονικές αποθήκες δεν έχουν να περιμένουν κανέναν και απλά δίπλα τους περνούν βιαστικά τα μεγάλα και γρήγορα τρένα που κάνουν τα μεγάλα δρομολόγια από Αθήνα για Θεσσαλονίκη με στάσεις φυσικά στη Λάρισα.
Η πινακίδα που αναφέρει το όνομα «Κραννών» έχει πια σκουριάσει ενώ το ίδιο λιγοστές είναι και οι μνήμες εκείνων που χρησιμοποιούσαν το σταθμό πριν από πολλά χρόνια.
Λίγα χιλιόμετρα πιο μακριά από το σημείο αυτό είχε γραφτεί μια από τις χειρότερες σελίδες στην ιστορία των ελληνικών σιδηροδρόμων.
Ήταν Ιανουάριος του 1972, όταν στον κοντινό Δοξαρά έγινε ένα δυστύχημα με τη σύγκρουση δύο τρένων.
Από τη μια πλευρά ήταν το «Ακρόπολις Εξπρές» που είχε ξεκινήσει από τη Γερμανία λίγες ημέρες νωρίτερα με τελικό προορισμό τον Πειραιά.
Το απόγευμα της 16ης Ιανουαρίου, το τρένο περνούσε από το σταθμό του Δοξαρά, λίγα χιλιόμετρα έξω από τη Λάρισα. Από την άλλη πλευρά ερχόταν άλλο τρένο. Η «πόστα» που έκανε το δρομολόγια Αθήνα – Θεσσαλονίκη.
Κανένας σταθμάρχης, ούτε αυτός στο Δοξαρά, αλλά ούτε κι εκείνος των Ορφανών δεν ειδοποίησαν για τους συρμούς που ερχόταν για να περιμένει ένας εκ των δύο. Όλα έγιναν τόσο ξαφνικά που η σύγκρουση και ο κρότος πάγωσαν το χρόνο και φυσικά τις καρδιές όλων.
Η ντιζελομηχανή του «Ακρόπολις» συνέθλιψε τα τέσσερα μπροστινά βαγόνια της «πόστας». Τα πρώτα θύματα της τραγικής σύγκρουσης ήταν οι μηχανοδηγοί. Ο θάνατός τους ήταν ακαριαίος και τα πτώματά τους εντοπίστηκαν μέρες αργότερα. Από τους εκατοντάδες επιβάτες, οι 19 έχασαν τη ζωή τους και πάνω από 60 τραυματίστηκαν σοβαρά.
Στο τρένο που ερχόταν από Γερμανία βρισκόταν πολλοί εργάτες μετανάστες ενώ στο άλλο στρατιώτες του Πυροβολικού οι οποίοι από τη Θήβα πήγαιναν με μετάθεση σε μονάδες της Βόρειας Ελλάδας.
Μερικές δεκάδες ακόμη είχαν μόλις επιβιβαστεί στα Ορφανά για να μεταβούν στο γειτονικό Δοξαρά που απείχε μόλις 12 χιλιόμετρα.
Οι πρώτοι που έφτασαν στον τόπο του δυστυχήματος ήταν βοσκοί και κάτοικοι των γύρω περιοχών που αντίκρισαν το φρικτό θέαμα. Όλοι τις επόμενες ημέρες είχαν να διηγηθούν μια τραγική ιστορία που γέμισαν τις σελίδες των εφημερίδων.
Η πλέον τραγική και συνάμα παράλογη απ’ όλες ήταν η ιστορία δύο γυναικών που ανέβηκαν στο σταθμό των Ορφανών και θα κατέβαιναν στον επόμενο του Δοξαρά, μια διαδρομή που δεν ξεπερνούσε τα 10 χιλιόμετρα.
Η μία έχασε τη ζωή της και η άλλη τραυματίστηκε σοβαρά.
Το δυστύχημα στον Δοξαρά σφράγισε για πάντα τους ελληνικούς σιδηροδρόμους και στάθηκε η αφορμή για την εφαρμογή νέων κανόνων ασφαλείας.
Με αρχαιολογικό ενδιαφέρον
Ο συγκεκριμένος σιδηροδρομικός σταθμός πήρε το όνομά του από το χωριό του Δήμου Κιλελέρ, Κραννώνα. Πρόκειται για μια περιοχή με σημαντικό αρχαιολογικό ενδιαφέρον. Σύμφωνα με την ΙΕ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, τα λείψανα της αρχαίας Κραννώνας, σημαντικότατης πόλης της Πελασγιώτιδας, πού άκμασε κυρίως κατά τους αρχαϊκούς και κλασικούς χρόνους (6ος – 4ος αι. π.Χ.), έχουν εντοπιστεί 25 χλμ. νοτιοδυτικά της Λάρισας και 2 χλμ. προς την ίδια κατεύθυνση από την ομώνυμη σύγχρονη κοινότητα.
Η σπουδαία της θέση στο εύφορο νοτιοδυτικό τμήμα της πεδιάδας, βόρεια του οροπεδίου που σχηματίζεται ανάμεσα στα όρη Χαλκηδόνιον και Φυλλήιον, φυσικό πέρασμα από την πεδιάδα της Λάρισας προς αυτή της Φαρσάλου, την καθιστούν μία από τις πλουσιότερες πόλεις της αρχαίας Θεσσαλίας. Από παλιότερους ερευνητές η πόλη συνδέθηκε με την ομηρική πόλη Εφύρα (Όμηρος, Ιλιάδα 13,301).
Η ονομασία Κραννών, σύμφωνα με μια ετυμολογία, προέρχεται από την αιολική λέξη κράννα, που σημαίνει κρήνη.
Η περιοχή της Κραννώνας αποτέλεσε πεδίο σημαντικών μαχών, όπως αυτής του έτους 322 π.Χ., όταν ο μακεδόνας στρατηγός Αντίπατρος νίκησε τους Έλληνες στο λαμιακό πόλεμο.