Η σιδηροδρομική γέφυρα Αχλαδοκάμπου βρίσκεται στην Πελοπόννησο στα σύνορα των νομών Αργολίδας και Αρκαδίας, επί της σιδηροδρομικής γραμμής Κορίνθου – Τριπόλεως – Καλαμάτας του Ο.Σ.Ε., στη χιλιομετρική θέση 90+144.
Τη μελέτη της γέφυρας εκπόνησε το μελετητικό γραφείο “Χρονέα-Κινάτου-Παγώνη”, ενώ την κατασκευή της ανέλαβαν η ελληνική τεχνική εταιρία “Παντεχνική Α.Ε.” και ο πολιτικός μηχανικός Λ. Γ. Παπαοικονόμου.
Οι εργασίες κατασκευής της ξεκίνησαν το 1970 και ολοκληρώθηκαν το Δεκέμβριο του 1973. Το πρώτο τρένο πέρασε στις 22 Δεκεμβρίου 1973 τη νέα γέφυρα, ενώ τα επίσημα εγκαίνιά της τελέστηκαν στις 16 Φεβρουαρίου 1974.
Τα γερμανικά στρατεύματα αποχωρώντας από την Ελλάδα στις 9 Σεπτεμβρίου 1944 κατέστρεψαν τη γέφυρα που υπήρχε. Για τα επόμενα τριάντα χρόνια (1944-1974) η σιδηροδρομική σύνδεση Κορίνθου και Τριπόλεως στο σημείο αυτό γινόταν με παραλλαγή της διαδρομής (παράκαμψη).
Η γέφυρα είναι κατασκευασμένη από προεντεταμένο σκυρόδεμα. Έχει μήκος 279 μέτρα, πλάτος 5,5 μέτρα και στηρίζεται σε δώδεκα βάθρα. Τα εννέα μεσαία ανοίγματα της γέφυρας έχουν μήκος 26,5 μέτρα, ενώ τα δύο ακριανά είναι μήκους 25,75 μ. και 14,75 μ. Σύνολο: 9Χ26,5 + 25,75 + 14,75 = 279. Στη μέση της χαράδρας τα βάθρα έχουν ύψος 64,8 μέτρα.
Τα βάθρα χτίστηκαν με τη βοήθεια ολισθαίνοντος ξυλότυπου, δηλαδή με ένα καλούπι ύψους 1 μέτρου, του οποίου η χρήση άρχιζε από το θεμέλιο του κάθε βάθρου και ανυψωνόταν συνεχώς, στηριζόμενο στο ήδη κατασκευασμένο τμήμα του βάθρου.
Ο φορέας της γέφυρας κατασκευάστηκε ομοίως, χωρίς τη χρήση του παραδοσιακού “καλουπιού”, αλλά με ένα ειδικό σιδερένιο φορείο, το οποίο στηριζόταν στην κορυφή των έτοιμων ήδη βάθρων, χωρίς ενδιάμεση υποστήριξη.
Αφού τελείωνε η διάστρωση και η πήξη του σκυροδέματος, το φορείο υποβιβαζόμενο κατά ένα βαθμό ακουμπούσε σε ειδικά κύλιστρα και μέσα σε διάστημα λίγων ωρών ωθούνταν στο επόμενο άνοιγμα προς σκυροδέτηση. Με αυτή τη διαδικασία κατασκευάστηκαν όλα τα ανοίγματα μέχρι τέλους
Πηγή πληροφοριών: wikipedia.org