ΔΩΡΑ ΜΕ «ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΗ ΧΡΟΙΑ»
Ως «δώρα» κατά τον ορισμό του νομοθέτη νοούνται οι έκτακτες οικονομικές ενισχύσεις των εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, οι οποίες θεσμοθετήθηκαν ως έκτακτη ενίσχυση με τον α.ν. 1777/1951 και πήραν την μορφή μόνιμης παροχής μόλις το έτος 1980 με το ν. 1082/1980.
Το δε επίδομα αδείας εισήχθη στην ελληνική έννομη τάξη το πρώτον με την απόφαση του Δευτεροβαθμίου Διαιτητικού Δικαστηρίου της Αθήνας το έτος 1964 και ρυθμίστηκε νομοθετικά με το άρθρο 3 του ν. 4504/1966.
Οι σιδηροδρομικοί ήταν ο πρώτοι που πέτυχαν την καταβολή του
Ασφαλώς, η διεκδίκηση των δώρων ή ευστοχότερα των επιδομάτων Πάσχα, αδείας και Χριστουγέννων, ανάγεται στο απώτερο παρελθόν, ήδη από συστάσεως Ελληνικού Κράτους, η δε επίτευξή τους έχει έντονη σιδηροδρομική χροιά, καθόσον οι σιδηροδρομικοί ήταν ο πρώτος κλάδος που πέτυχε την καταβολή τους ήδη το έτος 1925.
Ωστόσο και παρά την μακρά ιστορία του θεσμού και την ακόμη μακρύτερη εθιμική τους προέλευση, τα δώρα έχουν βρεθεί την τελευταία δεκαετία στο στόχαστρο της δημοσιονομικής φορολογικής πολιτικής, η οποία οδήγησε στην οριστική τους κατάργηση στον δημόσιο τομέα.
Ειδικότερα, δυνάμει του Ν. 3833/2010 «Προστασία της εθνικής οικονομίας – Επείγοντα μέτρα για την αντιμετώπιση της δημοσιονομικής κρίσης» (Α’ 40) τα δώρα μειώθηκαν κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%), ενώ με τον Ν. 3845/2010 (Α’ 65) με τίτλο «Μέτρα για την εφαρμογή του μηχανισμού στήριξης της ελληνικής οικονομίας από τα κράτη – μέλη της Ζώνης του ευρώ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο», αποσυνδέθηκαν από το ύψοε του καταβαλλόμενου μισθού, ο οποίος αποτελούσε μέχρι εκείνο τον χρόνο κριτήριο του ύψους τους και διαμορφώθηκαν συλλήβδην σε 500 ευρώ για επίδομα εορτών Χριστουγέννων και σε 250 ευρώ για επίδομα εορτών Πάσχα επίδομα αδείας αντίστοιχα, υπό τον περιορισμό μάλιστα, ότι θα καταβάλλονται εφ’όσον οι πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα και αμοιβές, συμπεριλαμβανομένων και των επιδομάτων του προηγουμένου εδαφίου, δεν υπερβαίνουν κατά μήνα, υπολογιζόμενες σε δωδεκάμηνη βάση, τα τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ.
Τέλος, δυνάμει του N. 4093/2012 που τιτλοφορείται «Έγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016 − Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής του ν. 4046/2012 και του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013−2016» (ΦΕΚ Α΄ 222/12-11-2012), τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας καταργήθηκαν ολοσχερώς για τον ευρύτερο δημόσιο τομέα από 1-1-2013.
Στο ανωτέρω πλαίσιο έλαβαν χώρα πλείστες προσπάθειες επαναφοράς των δώρων τουλάχιστον κατά την μορφή που είχαν λάβει με τον Ν. 3833/2010, ήτοι ως πάγιο ποσό, με πληθώρα δικαστικών αποφάσεων τόσον πολιτικών όσον και διοικητικών Δικαστηρίων να αναγνωρίζουν την αντισυνταγματικότητα των σχετικών διατάξεων και να επιβάλουν την καταβολή τους.
Ιδιαίτερα άξια αναφοράς είναι υπ’ αριθμ. 2626/2018 απόφαση του ΣτΕ επί της δίκης-πιλότου για την κατάργηση των επιδομάτων εορτών και αδείας, η οποία έκρινε, ότι «η διάταξη της περίπτωσης 1 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, με την οποία καταργήθηκαν από 1.1.2013 τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και αδείας για λειτουργούς και υπαλλήλους του Δημοσίου και στρατιωτικούς, κατά το μέρος που η κατάργηση αυτή αφορά ειδικώς τους δικαστικούς υπαλλήλους, όπως οι ενάγοντες, αντίκειται στα άρθρα 25 παρ.1 και 4 παρ. 5 του Συντάγματος και τις απορρέουσες από αυτά αρχές της αναλογικότητας και της ισότητας στα δημόσια βάρη.»
Ωστόσο, το κλίμα γρήγορα ανεστράφη με την Ολομέλεια του ΣτΕ να αποφαίνεται τελικά υπέρ της συνταγματικότητας της κατάργησης των επιδομάτων, «κλείνοντας» οριστικά το ζήτημα ως προς την Διοικητική Δικαιοσύνη. Αναφορικά δε με τα πολιτικά δικαστήρια το ζήτημα έχει πλέον αχθεί ενώπιον του Αρείου Πάγου για αμετάκλητη κρίση αναφορικά με τα παρελθόντα έτη.
Χωρίς να θέλουμε να προκαταβάλουμε την απόφαση της Δικαιοσύνης, το σίγουρο είναι, ότι έχει αναμφίβολα ανοίξει ο δρόμος για την διεκδίκηση των επιδομάτων για το μέλλον, καθόσον έχουν πλέον εκλείψει οι (δημοσιονομικές) συνθήκες, οι οποίες επέβαλαν την κατάργησή τους. Η μακροβιότητα του θεσμού σε συνδυασμό με την εισαγωγή της Χώρας στην «μεταμνημονιακή» εποχή επιβάλλουν την συλλογική επαναφορά των «δώρων» και στον δημόσιο τομέα είτε με νομοθετική πρωτοβουλία είτε –ενδεχομένως- δια της δικαστικής οδού.
ΜΑΡΙΛΕΝΑ Κ. ΤΣΑΚΙΡΗ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ Μ.Δ.Σ
Π.Ο.Σ
Σ.Ε.Π.ΤΡΑΙΝΟΣΕ